Θεόδωρος Δ. Παπαγγελής, Ομότιμος καθηγητής Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Ακαδημαϊκός, Πρόεδρος του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας
Πρώτα πρώτα θέλω να μεταφέρω προς το συνέδριο και τους διοργανωτές του τον χαιρετισμό και τις ευχές για επιτυχία του Προέδρου της Ακαδημίας Αθηνών, κ. Αντώνη Ρεγκάκου, ο οποίος, παρά την επιθυμία του, αδυνατεί να είναι σήμερα εδώ λόγω των πολλών ανειλημμένων υποχρεώσεών του.
Με τιμά το ότι μου δίνεται η ευκαιρία να βρίσκομαι εδώ σε μια πολύ σημαντική στιγμή για το Βήμα και τα Νέα που αφορά την πολιτισμική όψη και προσφορά της δημοσιογραφίας τους, όπως τη μαρτυρούν τα αρχεία των δύο εφημερίδων.
Χαίρομαι γιατί γλώσσα και λογοτεχνία, δύο από τα τιμαλφέστερα συστατικά της πολιτισμικής έκφρασης μιας κοινωνίας, υπήρξαν, επιτρέψτε μου να πω, λίγο πολύ η μονοδίαιτα όχι μόνο της ακαδημαϊκής μου δραστηριότητας αλλά και της προσωπικής μου σχόλης.
Συμβαίνει όμως εδώ και περισότερο από ένα χρόνο να κρατώ και ένα βαρύ γλωσσικό και λογοτεχνικό χαρτοφυλάκιο ως πρόεδρος του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας.
Πρόκειται για ερευνητικό και εκπαιδευτικό φορέα που εποπτεύεται από το Υπουργείο Παιδείας και ο οποίος, αντίθετα προς τη συνήθη ελληνική πραγματικότητα, είναι φυγόκεντρος και όχι κεντρομόλος δεδομένου ότι από το 1994 λειτουργεί και ακμάζει έξω από το βαρυτικό πεδίο του αθηναϊκού κέντρου, στη Θεσσαλονίκη.
Οι λόγοι είναι ιστορικοί: πρόκειται για ψυχοπαίδι της Φιλοσοφικής Σχολής της Θεσσαλονίκης που υπήρξε πρόμαχος του έλλογου δημοτικισμού όταν η ομόλογη της Αθήνας επέμενε ακόμη στο νυ και το σίγμα μιας ληξιπρόθεσμης καθαρεύουσας, και η δημιουργία του οφείλει πολλά στον αείμνηστο Δημήτρη Μαρωνίτη που υπήρξε και Πρόεδρός του.
Η τραγική ιστορία του άμεσου προκατόχου μου, του Γ. Καζάζη, θα είναι, υποθέτω, γνωστή σε αρκετούς από εσάς εδώ.
Το Κέντρο με τους επιστημονικούς συνεργάτες του έχει δώσει όρκο διακονίας της ελληνικής γλώσσας, της όλης ελληνικής γλώσσας διαχρονικά, αλλά σεμνύνεται ιδιαίτερα για το ένα από τα τέσσερα τμήματά του, αυτό της στήριξης και προβολής της νέας ελληνικής στο εξωτερικό, όπου διαθέτει 167 σήμερα κέντρα πιστοποίησης ελληνομάθειας σύμφωνα με το κοινό ευρωπαϊκό πλαίσιο αναφοράς.
Ένα από αυτά, το πιο εξωτικό, βρίσκεται στη διακεκαυμένη αφρικανική ζώνη, συγκεκριμένα στο Κολουέζι του Κονγκό, λειτουργικό χάρη σε ιεραποστολή καλογραιών.
Οι ερευνητικές του ομάδες έχουν δημιουργήσει και επεξεργαστεί πλήθος εκπαιδευτικών εργαλείων και ένα από τα σημαντικότερα είναι η Πύλη για την Ελληνική Γλώσσα, ένα διαδραστικό ηλεκτρονικό περιβάλλον που μπορεί να φιλοξενήσει εκπαιδευτικούς, σπουδαστές και όλους εκέινους που προσέρχονται μετ’ ευλαβείας στην ελληνική γλώσσα και λογοτεχνία, για την τελευταία δε διαθέτει περισσότερες από 6.000 ηλεκτρονικές σελίδες, plus ένα υψηλό αριθμό κειμένων λογοτεχνικής κριτικής και θεωρίας.
Παινεύω το σπίτι μου, θα μου πείτε, αλλά εγώ θα σας πω ότι το σπίτι που παινεύω είναι τώρα ακόμα πλουσιότερο καθώς συγκαταλέγει πλέον ανάμεσα στους γλωσσικούς θησαυρούς του και το ψηφιοποιημένο αρχείο του Βήματος και των Νέων για τον πολιτισμό, γενναιόδωρη προσφορά της ΑΛΤΕΡ ΕΓΚΟ Α.Ε.
Έτσι ο χαιρετισμός μου είναι χαιρετισμός χαράς αλλά και βαθιάς ευγνωμοσύνης για ένα δώρημα τέλειον που, όπως θα εξηγήσει αναλυτικότερα ο συνάδελφος ακαδημαϊκός Χ.Χ. , θα αποτελέσει ένα κειμενικό σώμα-πλούσια πηγή για τους ερευνητές της γλώσσας και της λογοτεχνίας.
Και στο σημείο αυτό πρέπει να ευχαριστήσω ιδιαίτερα και τον υπεύθυνο του Ιστορικού αρχείου, τον κ. Γιάννη Διαμαντή για την ευγενική βοήθεια και διαθεσιμότητά του.
Και επιτρέψτε μου να προσθέσω εδώ ότι το νέο αυτό γλωσσικό και λογοτεχνικό τιμαλφές έρχεται σε μια στιγμή όπου με πρωτοβουλία του Προέδρου της Ακαδημίας Αθηνών Α. Ρεγκάκου και του ομιλούντος ως Προέδρου του ΚΕΓ, το εξειδικευμένο προσωπικό του Κέντρου ψηφιοποίησε τη δεύτερη, αναθεωρημένη και εμπλουτισμένη έκδοση του Χρηστικού Λεξικού της Νεοελληνικής Γλώσσας, ενός λεξικογραφικού άθλου που οφείλουμε στον Χριστόφορο και τους συνεργάτες του.
Σύντομα θα γίνει η επίσημη παρουσίασή του από την Ακαδημία. Πλούσια λοιπόν τα ελέη για όσους αγαπούν την ελληνική γλώσσα όχι με τις ανιστόρητες και φαιδρές υπερβολές ενός ελληναράδικου εξαιρετισμού αλλά με σύνεση και υπεύθυνη γνώση τόσο του αμιγώς γλωσσικού δυναμισμού της όσο και της ανεκτίμητης αξίας της ως φορέα και κιβωτoύ πολιτισμικής ιστορίας.
Και είναι ακριβώς αυτοί που έχουν κάθε λόγο να εορτάσουν μαζί μας την γλωσσική και λογοτεχνική Ρωμιοσύνη που απόκειται στο ψηφιακό αρχείο του Βήματος και των Νέων, μια εκατοντάχρονη κάτοψη δημοσιογραφικού έλληνος λόγου ο οποίος στις ποικίλες ιστορικές φάσεις του, τις εκφάνσεις και τροπές του συγκροτεί ένα τρανό πολιτισμικό αφήγημα που δίνει ταυτόχρονα και το διακεκριμένο δημοσιογραφικό στίγμα των δύο εφημερίδων – τόσο διακεκριμένο όσο και η χορεία των στοχαστών, των μαστόρων του λόγου, γραφιάδων, καλλιτεχνών και κριτικών που έσυραν το καλαμάρι πάνω στο χαρτί τους.
Και αν μιλώ για καλαμάρι και χαρτί σε ημέρες ψηφιακής επιτάχυνσης είναι γιατί έτσι αναδεικνύεται καλύτερα ένα ιστορικό άνυσμα που μας υπερβαίνει, που αναριπίζει τις νοσταλγίες μας και πάνω απ’ όλα αξίζει τον σεβασμό μας.
Θα μου επιτραπεί, ελπίζω, εδώ μια εντελώς προσωπική νότα.
Πριν από 25 χρόνια δημοσιεύτηκε στις Νέες Εποχές του Κυριακάτικου Βήματος η πρώτη συνεργασία μου και έκτοτε, πρώτα με οικοδεσπότη τον Γιάννη Πρετεντέρη και στη συνέχεια την Ελένη Βουλτσίδου, ένιωθα τις Κυριακές μου χωρισμένες σε δυο ποικιλίες, μετά ή άνευ Βήματος.
Έγραψα για παιδεία, πολιτισμό, πολιτική, για τα μείζονα και τα ελάσσονα, τα σοβαρά και κάποτε τα ευτράπελα και ιδιόρρυθμα της σύγχρονης κοινωνίας μας, και το έκανα συχνά με ζέση, κέφι και με ειρωνικά λοξοκοιτάγματα που εκ των πραγμάτων δεν είχαν θέση στα αμιγώς ακαδημαϊκά μου γραπτά.
Ήταν μια απελευθερωτική εκτόνωση. Το αισθανόμουν έτσι για διάφορους λόγους αλλά και επειδή έβλεπα τον δημοσιογραφικό χώρο που με φιλοξενούσε ως το πιο ελέυθερο, ανεξίθρησκο και διακεκριμένο εντευκτήριο δημόσιου λόγου. Και προσπάθησα πάντα να τιμήσω με τον τρόπο μου, και με τον τρόπο της γραφής μου, τον δημοσιογραφικό ξενιστή που με τιμούσε.
Και μετά από 25 χρόνια επιτρέπω στον εαυτό μου να αισθάνεται σήμερα εδώ σαν στο σπίτι του. Έτσι η χαρά και η τιμή και οι ευχαριστίες είναι κατά κάποιο τρόπο οίκοθεν.
Οίκοθεν και η ευχή το Βήμα και τα Νέα, στο χαρτί ή στις ηλεκτρονικές λεωφόρους, να ακμάζουν και να πρωτεύουν, προσθέτοντας στο πολιτισμικό τους αρχείο νέες διακρίσεις και επιτυχίες.